Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

τὰ παρεστῶτα

См. также в других словарях:

  • παρεστῶτα — παρίστημι cause to stand perf part act neut nom/voc/acc pl παρίστημι cause to stand perf part act masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παρεστῶτ' — παρεστῶτα , παρίστημι cause to stand perf part act neut nom/voc/acc pl παρεστῶτα , παρίστημι cause to stand perf part act masc acc sg παρεστῶτι , παρίστημι cause to stand perf part act masc/neut dat sg παρεστῶτε , παρίστημι cause to stand perf… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Papyrus 121 — Manuskripte des Neuen Testaments Papyri • Unziale • Minuskeln • Lektionare Papyrus 121 …   Deutsch Wikipedia

  • παριστάνω — και παρασταίνω / παριστάνω και παρίστημι και παριστῶ, άω, ΝΜΑ νεοελλ. 1. εικονίζω, εμφανίζω παράσταση, ζωγραφίζω, απεικονίζω (α. «η εικόνα παριστάνει τη Γέννηση τού Χριστού» β. «ανάγλυφον παριστών την Αθηνά») 2. (για ηθοποιούς) υποδύομαι έναν… …   Dictionary of Greek

  • υποφητεία — ἡ, ΜΑ [ὑποφήτης] το να είναι κανείς ὑποφήτης* («ἡ μὲν προφητεία πρὸ τοῡ γενέσθαι λέγει τὰ ὕστερον γενησόμενα, ἡ δὲ ὑποφητεία τὸ γινόμενον ἢ τὸ γενόμενον λέγει καὶ περὶ τούτου αὐτοῡ τὰ παρεστῶτα ἢ καὶ τὰ ὅσον οὕπω ἐπελευσάμενα», λεξ. Σούδα) …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»